28.9.09

ΣΕΠΤΕΜΒΡΗΣ

Βγήκαν τα παπλώματα. Κλείνουν τα παράθυρα. Ανοίγουν πιο συχνά τα μάτια, διάπλατα, σχεδόν, μπροστά στο θαύμα. Χωρίς θαυμαστικό.

Παλιό ημερολόγιο, από το "σωτήριο" έτος 2004...

ΣΕΠΤΕΜΒΡΗΣ

Λέω Σεπτέμβρης και νομίζω ότι από κάπου στάζει. Μπορεί και από το ταβάνι, μπορεί και από τον ουρανό ή και από τα μάτια μου. Όταν δεν βλέπω σταγόνες γύρω μου, είμαι σίγουρος ότι στάζει κάπου μέσα μου. Ακόμα και όταν δεν έχω να θρηνήσω τίποτε. Τότε θα στάζει ποτιστικά, σκέφτομαι. Κάτι πρόκειται να βλαστήσει ή ν' αναστηθεί.
Μήνας για αλλαγές και για νέο ξεκίνημα. Τα σχολεία ανοίγουν, οι άνθρωποι μετακομίζουν από τη μια δουλειά στην άλλη, από τη μια ζωή στην άλλη.
Διάφορα είδη πάνω στη γη αποτραβιούνται στον προσωρινό ή στον αιώνιο θάνατό τους. Τον Σεπτέμβριο είναι καλό να έχεις έναν αγαπημένο άνθρωπο κοντά σου και να γέρνεις πάνω του, να του ψιθυρίζεις.
Αν δεν υπάρχει άνθρωπος, τουλάχιστον ένα όργανο. Αλλιώς καταντάς τρελός συγγραφέας και γράφεις, γράφεις, γράφεις μιλώντας στον εαυτό σου.

Αντώνης Σουρούνης
Το ημερολόγιο της τύχης, εκδόσεις Νάρκισσος

4.9.09

- δηλαδή;-

Λεμονάδα έψα. -πείνασα- Πόνος στο στομάχι. Πίσω μπρος. -να κάτσουμε έξω;- Δεν μυρίζει φθινόπωρο. -τί έχεις; - Αλλά μυρίζει μπισκότο. Για όλα φταίει η πανσέληνος απόψε. -δεν ξέρω- Και βάλε και μια βδομάδα πριν και άλλη μια που έρχεται. Τσιγάρα με ξένα χαρτάκια. Κάτι μένει. Κάθομαι σε άδεια καρέκλα. Πώς γίνεται ε; -να κλείσω το μάτι- Γίνεται. Μια ζέστη που θυμίζει μια άλλη, προηγούμενη. -άκου αυτό- Σάββατο αύριο-όχι ξυπνητήρι. -έχεις παγάκια;- "Θα ηγηθεί τελικά ο Τσίπρας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.;", αυτό είναι θέμα να ξενυχτήσει κανείς. Κάποιος μου είπε πως αν ήμασταν λιμάνια θ ' ανάβαμε φάρους. Αλλά δεν είμαστε, γι' αυτό ανάβουμε τσιγάρα. -κοιμήθηκες;- Μόνο που δεν μας γλυτώνουν από τις συγκρούσεις. -να βάλω αλάτι;- Πιάστηκα λίγο. Πρέπει να ξεβάψω τα νύχια μου. -άναψε το φανάρι- Ακούω ξανά την Μαντλίν Πεϊρού. Τυχαία, δεν μπορώ να διαλέξω καμία μουσική. - Κλείσε το φως-

1.9.09

Καλώς ήρθατε κύριε Σεπτέμβρη

Καινούριος μήνας. Μακριά από λαμπάκια και φωτεινά δέντρα και άχνη ζάχαρη πεσμένη στο τραπέζι γύρω γύρω από το πιάτο με τους κουραμπιέδες, κάποιοι ξεκινάμε την νέα χρονιά. Τώρα.

Τώρα που νοιώθουν όλοι μια γλυκιά απογοήτευση σαν το καλοκαίρι να είναι μια προσωπική τους μάχη που πάλι χάσανε. Ωραίες ήττες είναι αυτές, βέβαιες και αναμενόμενες.



Απ' την άλλη, ο Σεπτέμβρης. Έρχεται πάντα καλοντυμένος, όχι κυριλέ. Άνετος, ποτέ cool , μ' ένα ύποπτο και μπορεί υποψιασμένο χαμόγελο στα μάτια. Φοράει τζην σκούρο μπλε και μαλακά καφέ δερμάτινα παπούτσια με κορδόνια-ποτέ παντοφλέ, σκαρπίνια ή αθλητικά. Τ-shirt χακί και ένα σακάκι ελαφρύ σαν το πρώτο σύννεφο πάνω από την πόλη. Χωρίς χρώμα, σχεδόν διάφανο. Προειδοποίηση και υπόσχεση βροχής. Να ξεπλυθούμε από τα αρμυρά νερά, όχι απαραίτητα της θάλασσας.



Μάλλον όλα γίνονται εκεί που δεν τα περιμένεις. Κυρίως με τον τρόπο που δεν περιμένεις. Αν είχα λίγη αλήθεια, έστω και πικρή, θα ήμουν όχι ευτυχισμένη αλλά ήσυχη τούτο τον Σεπτέμβρη. Δεν θα αναρωτιόμουν γιατί οι άλλοι δεν λένε αυτό που σκέφτονται και δεν κάνουν αυτό που λένε. Για ένα πράγμα είμαι σίγουρη μόνο, πως όλα γυρνάνε πίσω και σίγουρα ό, τι επράχθη αληθινά ήταν μεγάλο κι άξιο, έστω για αυτόν που τόλμησε να ενεργήσει.

Και πως.....:



Από τους στεναγμούς κάτι λιγάκι βγαίνει,

μα όχι από τη θλίψη, αυτήν την έχω εξαντλήσει. Πριν από την αγωνία.

Η ψυχή μεγαλώνει ξεχνάει και κραυγάζει. Κάτι λιγάκι βγαίνει, το γεύεσαι κι είναι καλό.

Δε θα μπορούσε όλα να απογοητεύουν. Χρειάζεται, ας ευλογιέται, κάποια βεβαιότητα. Αν όχι της σωστής αγάπης, τότε καμμιανής.

Και τούτο βγαίνει αληθινό ύστερα από αιώνιες πανωλεθρίες.

Ύστερα από μάχες σαν αυτές που οι πιο αδύναμοι γνωρίζουν.

Έρχεται κάτι που είναι περισσότερο από θάνατος.

Κοίμισε τους μεγάλους πόνους βαλσάμωσε την πληγή. Μακρύς θα είναι ο καιρός του άλγους του.

Μα όχι από τύψη που άφησε γυναίκα πίσω να τον περιμένει. Στρατιώτη λεκιασμένο από βρισιές. Που στάζουν ένα τέτοιο στιφό αίμα.

Αν ήταν να έφτανε για να μαλακώσει ο πόνος το αίσθημα της τύψης όταν καταστράφηκε.Αυτό που ευτυχισμένο με έκανε κάτω από τον ήλιο.

Πόσα τα ευτυχισμένα όταν κρατούσε.

Αν φτάναν οι αοριστίες κι αν περίσσευαν τα γλυκά ψέμματα, οι άδειες λέξεις θα μπορούσαν να αντέξουν κάθε οδύνη να με γιατρέψουν από το κακό.

Αν ήταν νά 'φταναν, κόκκαλο, αίμα, τένων. Το βασανισμένο μυαλό, η όμορφα πλασμένη οσφύ. Ψάχνοντας κάτι να αγγίξουν κάτω από του σκύλου το πιατάκι.Ο άνθρωπος θα γιατρευόταν από τον καυμό.

Γιατί ότι γίνεται να δοθεί το προσφέρω :Ψίχουλα και σιτοβολόνα και τριχιά.


Ντ. Τόμας