25.1.09

Frank Sinatra - As Time Goes By (Casablanca)

It's stil the same story /a fight for love and glory
a case of two or die
the word will always welcome lovers /as time goes by...

17.1.09

Κυριακάτικα


Στάχτες έξω απ' το τασάκι, φλιτζάνι, βιβλία μισοδιαβασμένα, φορτιστές, χαρτάκια, μολύβια, μια φωτογραφία από ένα καλοκαίρι, τρίμματα καπνού, μια μπλε κορδέλα, ένα δαχτυλίδι.









Είμαι κάτω από το τραπέζι της κουζίνας, έξι επτά χρονών, και κλέβω λέξεις από τον μεσημεριανό καφέ των μεγάλων. Δεν παίζω, μαζεύω υλικό, όπως τα κορδελάκια και τα κουτάκια που γεμίζουν τ' ακατάστατα συρτάρια μου. Κάποτε μπορεί να μου χρειαστούν.









Γνωρίστηκα κάποτε με ένα στρογγυλό όμικρον, κρύφτηκα μέσα του και περίμενα να μεγαλώσει. Θα 'ρχοταν ο καιρός που θα ξεκινούσαμε μαζί μια ολοκαίνουρια πρόταση, μπορεί και να 'χα μια μικρή ελπίδα σ΄ένα λιτό θαυμαστικό για το τέλος.





Επιρροές από τα τόσα και τόσα "happy ends". Σάββατο βράδυ στο σαλόνι΄αναμονή για την ελληνική ταινία. Ξύπνιοι μέχρι το σήμα της ΕΡΤ.






Ανάμεσα στην αρχή και το τέλος ψάχνω με συνέπεια τα συνδετικά (μας) μέρη κάποιου υπάρχοντος λόγου.






Ο Μίκι Μάους με το κόκκινο σορτσάκι του. Τον θυμάμαι χωρίς χρώμα. Ευτυχώς τα κινούμενα σχέδια δεν μεγαλώνουν μαζί μας. Ούτε κι οι ήρωες αγαπημένων ταινιών.




Θυμάμαι που 'χα γράψει κάπου για ένα θερινό σινεμά στο κέντρο κι ένα ασπρόμαυρο ζευγάρι που έβλεπε μαζί μας τη "Νύχτα" του Αντονιόνι. Τώρα που χειμώνιασε κατ' επανάληψη από τότε, αναρωτιέμαι πού να βρίσκονται.




Ο ήχος από τα χαλίκια κάτω απ' τα καλοκαιρινά μας παπούτσια. Μυρωδιά από γιασεμί και ποπ κορν.Κάποιοι μυρίζουμε αντηλιακό αντί για κολόνια. Ομορφιές.







Ανοίγει η πόρτα και μπαίνει μέσα μια παρέα μαζί με το κρύο. Έξω χιονίζει. Κρατάμε όλοι τα ζεστά μας φλυτζάνια. Χαμογελάμε απλά επειδή έξω πέφτει χιόνι. Επίσης ομορφιές.



Tις Κυριακές μεγαλώνουν οι σκιές μας στους τοίχους ανεξάρτητα από το φως. Ακόμα και μέσα στο απόλυτο σκοτάδι. Ακόμα και υπό το άπλετο φως μιας μέρας Αλκυονίδας.



Αν δεν υπήρχε ο καφές και το τσιγάρο, μάλλον θα έπρεπε να τα εφεύρουμε.



Οι Κυριακάτικες εημερίδες κλειστές πάνω στο τραπεζάκι. Σα να ποζάρουν.



Σχέδια για απογευματινές βόλτες. Καφέδες ξανά και σινεμά.


Ανοιχτό παράθυρο στις μυρωδιές της μέρας.


Λίγο πριν το Κυριακάτικο τραπέζι, λίγο μετά τον πρώτο καφέ...οι μουσικές μπορεί να μας σώσουν. Κλείνω το ράδιο. Έξω απ' το παράθυρό μου, περνάει ένα ακορντεόν. Ας ερχόσουν για λίγο/μοναχά για ένα βράδυ....













12.1.09

Tania Tsanaklidou :Patoma

Ξυπνάω μεσάνυχτα κι ανόίγω το παράθυρο / κι αυτό που κάνω ποιός σου το 'πε αδυναμία;

Αν και κάνει πολύ πολύ κρύο, αξίζει ένα ανοιχτό παράθυρο αυτό το φεγγάρι κι ας μας τσάκισε.

7.1.09

Ρημαγμένο Νταμάρι




Κάτω απ' τα ρούχα σου ξυπνάει ο πιο παλιός σου Θεός


Μεσ' τις βαλίτσες σου στριμώχνονται όλοι οι δρόμοι.




.............. Πες μου ποιός φόβος σε νίκησε πάλι. ...............




Δρόμοι, φόβοι νικητές και παλιοί Θεοί μπερδεύονται μαζί με τις ευχές για καλή χρονιά. Κάτω απ' τα καινούρια μας ρούχα παλιές πληγές. Ξεχασμένες. Για πάντα.


Για πάντα, δηλαδή ποτέ ξανά;


Ποτέ ξανά, δηλαδή πάμε απ' την αρχή;


Πάμε...


Κι όταν βγούμε στ' ανοιχτά, θα θυμόμαστε τραγούδια για να ξεχνάμε τις υποσχέσεις μας.

Κι όταν δεν θα θέλουμε να ξεχνάμε ούτε να θυμόμαστε αλλά να ζούμε ξανά και ξανά τα ίδια φορώντας το πιο παλιό μας ρούχο, θα γυρνάμε το κεφάλι μας σε ένα ποίημα σαν κι αυτό:


Ρημαγμένο Νταμάρι


Έρχονται ώρες που τί να σου κάνουν πια και τα χαμόγελα,

πέφτουν ένα ένα σαν τα πέπλα της Σαλώμης,

και στο τέλος απομένεις γυμνός, και τότε αρχίζουν όλα να

κραυγάζουν΄

τα μάτια κραυγάζουν: εμείς είμαστε που ρουφήξαμε τόση

ομορφιά,

τα χέρια κραυγάζουν : εμείς είμαστε που συντελέσαμε στην

υποταγή,

το σώμα κραυγάζει: εγώ είμαι που συσπάστηκα στην

κτηνωδία του καλοκαιριού,

οι στίχοι διαλαλούν τα μυστικά μας,

γίναμε πια σαν ιδιωτικό ημερολόγιο σε ξένα χέρια.



Έτσι είναι, δεν ωφελούν πια τα χαμόγελα, όσο κι αν είναι

ανοιχτόκαρδα,

ούτε ωφελεί να κρατάς το στόμα κλειστό όταν όλα

κραυγάζουν΄

και τί να την κάνεις την διπλομανταλωμένη αξιοπρέπεια

της σιωπής

τώρα που όλοι ξέρουν ποιούς ικετέψαμε, σε ποιές αγκαλιές

συσπειρωθήκαμε,

κι είναι το πρόσωπό μας νταμάρι ρημαγμένο

κι είμαστε σαν ψημένα κάστανα που εύκολα τα ξεφλουδίζει

κανείς.




Ντίνος Χριστιανόπουλος, Ποιήματα